Τρίτη 16 Φεβρουαρίου 2010

ΓΚΑΪΝΤΑ



 ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ

Η Γκάϊντα μαζί με την τσαμπούνα και το ποντιακό τουλουμ η άσκαυλο, είναι ένα από τα αρχαιότερα μουσικά όργανα της Ελλάδας. Φυσικά με την πάροδο του χρόνου υπήρξαν αρκετές παραλλαγές, αλλά η αρχαϊκή της μορφή έχει παραμείνει ίδια.

Στην αρχαία εποχή ονομαζόταν ασκός, άσκαυλος, συμφωνία (εξ ου και τσαμπούνα – είναι εξελληνισμένο από το ιταλικό Zampognia – που και αυτό προήρθε από το συμφωνία). Στην Αγία Γραφή, στην Παλαιά Διαθήκη αναφέρετε σαν συμφωνία (βλ. παρακάτω). Το όνομα Γκάϊντα προέρχετε προφανώς απο την λέξη Αιγός ( Σανσκρ. Geidos), και ετσι σε καμιά περίπτωση δεν θα συνφωνούσα οτι είναι σλαβική. Οι δίαυλοι ήταν οι περισσότερο γνωστοί και οι αληθινοί προπάτορες της Γκάϊντας και παίζανε σε Δωρικούς, Λυδικούς και Φρυγικούς δρόμους.



Τα παλαιότερα δήγματα αυλών και δίαυλων είναι από την Κυκλαδιτικη εποχή μέσα της 3ης Χιλ. π.Χ Από τον 6ον π.Χ. αιών. βρίσκονται πολλαπλές ζωγραφιές και απεικονίσεις αυλών που με την πάροδο του χρόνου άλλαζαν η μορφές και το είδος του παιξίματος. Με τις Διονυσιακές λατρείες έγιναν τα πιο λαϊκά και συνηθισμένα όργανα της εποχής που λάμβαναν μέρος σε πομπές, χορούς, λατρείες και θέατρα.

Πρώτες μαρτυρίες, όσο αφορά την Γκάϊντα, από την αρχαία εποχή είναι αυτές του Αριστοφάνη (445 – 385 π.Χ.), του Χρυσοστόμου του Δίου ( περί τα 100 μ.Χ), του Marcus Valerius Martialis (Ρωμ. Ποιητής 40 – 100 μ.Χ) και του Gaius Suetonius Tronquillus (Ρωμ. Συγγραφέας 70 – 130 μ.Χ). Ο τελευταίος μάλιστα στα συγγράμματα του ("De vita caesarum") αναφέρει τον Νέρωνα σαν μεγάλο γκαϊντατζη. Ο Χρυσόστομος ο Διός αναφέρει για τον Βασιλιά του ( κατά πάσα πιθανότητα ο Νέρωνας) τα έξεις …

αναφέρει όπως βλέπουμε ότι χρησιμοποιούσε τον Αυλό με το στόμα και την μασχάλη. Ο ίδιος και ο Marcus Valerius Martialis συνέχισαν να αναφέρουν τον άσκαυλο που δεν είναι τίποτα άλλο από την Γκαϊντα. Για το είδος της Γκάϊντας η του άσκαυλου αυτού δεν υπάρχουν αρκετές απεικονίσεις, αλλά όσο αφορά τον ήχο αναφέρει ο Αριστοφάνης ότι ήταν αραχνοειδής, συμφωνικός και εξστασιακος. "Syntagma Musicum" Michael Praetorius Wolffenbüttel 1618 (Bd. 2: De Organographia) / 1620 (Bildtafeln: Theatrum Instrumentorum) .

Η πιο παλαιότερη μεσαιωνική καταγραφή και περιγραφή της Γκάϊντας γίνεται τον 9ον αιώνα στο ονομαζόμενο "Hieronymus-Brief" (γράμμα του Ιερώνυμου) προς τον Δάρδανο, που αναφέρει μεταξύ άλλων … "chorus quoque simplex pellis cum duabus cicutis aereis: et per primam inspiratur per secundam vocem emittit" ….. δηλ "… ένα μουσικό όργανο που αποτελείτε από έναν ασκό, έναν σωλήνα για να φουσκώνει και μια φλογερά για να παίζει …".

Πουθενά το κείμενο δεν αναφέρει αν υπήρχε μια δεύτερη φλογερά η ένας ισοκράτης στον ασκό επάνω.

Κατά πάσα πιθανότητα, όπως συμβαίνει και στην εποχή μας, είχε ξεχαστεί το όργανο αυτό για μερικούς αιώνες, σε κυριότερες γραμμές, λόγω του Χριστιανισμού – εφ όσον χαρακτηρίστηκε εθνικό, μιας και χρησίμευε σε λατρείες και πομπές - , και σαν σατανικό γιατί προκαλούσε έκσταση και μεγάλη διάθεση για χορό. Πάντως στην Αγία Γραφή, Παλαιά Διαθήκη, ΔΑΝΙΗΛ κεφ. Γ΄ γραμμές 5, 7, 10 ,15 υπάρχουν μαρτυρίες για τα όργανα αυτά και μάλιστα αναφέρετε η Γκάϊνατ η η Τσαμπούνα σαν συμφωνία.

Αργότερα στην βυζαντινή περίοδο και στον Μεσαίωνα άρχισε το όργανο να εμφανίζετε με την σημερινή μορφή.


Από τότε η Γκάιντα παρέμεινε έτσι όπως ήταν. Μόνο οι τονικότητες μπορούν να αλλάξουν ίσως και την μορφή της, δηλ. μικρότερη, μακρύτερη, στενότερη η και χοντρότερη.

Απο http://www.alistrati-makedonia.de/GAIDA/GAIDA-ToIstoriko.html

Oνοματολογία

Ο τύπος αυτός του ασκαύλου, που σήμερα παίζεται κυρίως στη Μακεδονία και τη Θράκη, παλιότερα παιζόταν και στην άλλη ηπειρώτικη Ελλάδα. Λέγεται γκάιντα, γκάιδα, γάιδα, γάδα ή κάιντα. Φτιάχνεται συνήθως από εκείνο που την παίζει σε διάφορα μεγέθη και αποτελείται από το ασκί, το επιστόμιο και δυο αυλούς.

Κατασκευή

Για το είδος του δέρματος και την επεξεργασία του ασκιού ισχύουν ακριβώς τα ίδια που αναφέραμε πιο πάνω για τη νησιώτικη τσαμπούνα. Προσθέτουμε μόνο ότι στα προπολεμικά χρόνια χρησιμοποιούσαν, όταν το έβρισκαν, δέρμα γαϊδουριού για το μέγεθος και την αντοχή του. Η γκάιντα είναι μεγαλύτερη σε σύγκριση με τη νησιώτικη τσαμπούνα.
Τα εξαρτήματα της γκάιντας δεν δένονται κατευθείαν στο ασκί αλλά προσαρμόζονται το καθένα, στο κεφαλάρι, μια βάση από ξύλο ή από κόκαλο. Το επιστόμιο, ένας κυλινδρικός η κωνικός σωλήνας από ξύλο ή κόκαλο ή και καλάμι, από τον οποίο φυσάει και γεμίζει με αέρα το ασκί ο γκαϊντιέρης έχει μήκος από 12 έως και 20εκ.
Οι δυο αυλοί φτιάχνονται από διάφορα ξύλα, συνήθως από αμυγδαλιά, βερικοκιά, κτλ. Ο μακρύς αυλός, σε τρία συνήθως κομμάτια, το ένα μέσα στο άλλο, έχει περίπου 50εκ. έως 70εκ. Χωρίς τρύπες και με ένα μπιμπίκι με μονό επικρουστικό γλωσσίδι, προσαρμοσμένο στο κομμάτι που είναι κοντά στο ασκί, δίνει ένα μονό φθόγγο. Το εσωτερικό κυλινδρικό άνοιγμα αυτού του αυλού δεν είναι πάντα το ίδιο σε όλο το μήκος του. Στο τελευταίο του κομμάτι συχνά είναι πιο ανοιχτό και σχηματίζει μια χοάνη ή το αντίθετο.
Ο άλλος ο αυλός, ο πιο κοντός, είναι για τη μελωδία και έχει συνήθως 7 τρύπες μπροστά και 1 πίσω ή 6+1. Είναι κυλινδρικό και ίσος ή καταλήγει σε χοάνη και σχηματίζει αμβλεία γωνία με το σωλήνα του αυλού. Στο επάνω μέρος του, εκεί που ενώνεται με το ασκί, προσαρμόζεται ένα μπιμπίκι και ένα επικρουστικό γλωσσίδι. ΟΙ τρύπες του αυλού είναι σε ίση απόσταση ή μια από την άλλη αλλά δεν έχουν το ίδιο μέγεθος και σχήμα.

Τρόπος παιξίματος

Για το παίξιμο της γκάιντας ισχύουν τα ίδια που ισχύουν για την τσαμπούνα, μόνο που ο μακρύς αυλός κρατιέται κάτω από την μασχάλη ή τον αφήνουν να ακουμπάει πάνω στον ώμο ή το μπράτσο. Δεν έχει τρύπες και δίνει μόνο ένα φθόγγο, που «ταιριάζεται» πάντα με το φθόγγο που χρησιμοποιείται ως τονική στον αυλό της μελωδίας. Έτσι στο παίξιμο συνοδεύει διαρκώς τη μελωδία με το φθόγγο της τονικής, μια οκτάβα, συνήθως χαμηλότερα. Κρατάει, δηλ. ένα ίσο, από τις αρχαιότερες, όπως ξέρουμε, μορφές πολυφωνίας.
Οι 7+1 τρύπες της γκάιντας δίνουν διαστήματα της φυσικής διατονικής κλίμακας. Η τονική της κλίμακας είναι συνήθως η τέταρτη τρύπα. Απ’ τα κάτω, με υποτονική σε διάστημα τόνου από την τονική. Το ύψος της τονικής εξαρτάται, από το μέγεθος που έχει ο κοντός αυλός και το γλωσσίδι του. Η γκάιντα παίζεται συνήθως μόνη της, άλλα παίζεται και με άλλα όργανα.

Η γκάιντα στον ελλαδικό χώρο

Όπως τόσα άλλα μουσικά όργανα, έτσι και ο ασκαύλος έρχεται στην Ελλάδα από την Ασία, γύρω στο 1ο με 2ο μ.Χ αιών., σύμφωνα με αξιόπιστές μαρτυρίες του Σουετόνιου, του Δίωνα του Χρυσόστομου κ.α. Έκτοτε την παρουσία του στον ελλαδικό χώρο και στον ελληνισμό της Εγγύς Ανατολής τεκμηριώνεται από πολλές εικονογραφικές και φιλολογικές πηγές.

Απο http://www.orfeas.org.gr/gainta.html

1 σχόλιο:

  1. Απλά ήθελα να αναγνωρίσω πόσο απολαμβάνω αυτό το δείχνουν ως ένα podcast και πόσο μεγάλη είναι αυτό το επεισόδιο ήταν ιδιαίτερα. Ευχαριστώ!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Ads Inside Post

Comments system

Disqus Shortname

Flickr User ID