Ἄβαντες : Σύμφωνα με το «Λεξικόν Κυρίων Ονομάτων», οι Άβαντες ήσαν λαός της Θράκης «…μετοικίσας πρῶτον εἰς Φωκίδα καὶ εἶτα εἰς Εὒβοιαν».
Κατά τόν Ραγκαβῆ (Λεξ. Ελλ. Αρχαιολ.), ἦσαν λαός «…ἐκ Θράκης ὁρμώμενος ἢ ἀνήκων εἰς τὸν Ἰωνικόν δεσμόν ( Ἡροδ. Α΄,146). Διά τῆς Φωκίδος εἰσῆλθον εἰς Εὒβοιαν καὶ ἐθεωροῦντο τῆς νήσου οἱ ἀρχαιότεροι κάτοικοι (Στρβ. Βιβλ.10 Κεφ.Ι .3). Ἐκεῖθεν δέ μετά 40 νηῶν καὶ ὑπό τήν ὁδηγίαν τοῦ Ἐλεφήνορος, ἒπλευσαν μετά τῶν λοιπῶν Ἑλλήνων κατά τῆς Τροίας (Ὁμηρ. Ἰλ. Β 536) συμπεριλαβόντες και τούς υἱούς τοῦ Θησέως (Πλουτ. Θησ. ΙΣΤ΄ ). Κατά τήν ἐπιστροφήν, πλανηθέντες μετά 8 πλοίων ἐρρίφθησαν εἰς τά Κεραύνια ὂρη. Περιγράφονται δ’ ὡς ἂγριοί τινες καί μακράν τρέφοντες κόμην (ὂπισθεν κομόωντες)».
Το «Νεώτερον Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν ΗΛΙΟΣ» περιέχει αρκετές πληροφορίες, όχι πάντοτε αξιόπιστες (όπως π.χ. τα περί καταγωγής των Αβάντων από την Θράκη) στο σχετικό λήμμα για τους Άβαντες, αναφέροντας μάλιστα πολλές λεπτομέρειες, τις σπουδαιότερες από τις οποίες παραθέτουμε στην συνέχεια:
«…Το φυλετικόν όνομα Άβαντες έφερον οι αρχαιότατοι κάτοικοι της Ευβοίας, καταγόμενοι από την Θράκην, απ’ όπου ήλθον μετά του βασιλέως των Άβαντος και αφού διεσκορπίσθησαν ανά την Πελοπόννησον και έπειτα ανά την Φωκίδα, όπου ίδρυσαν την πόλιν Άβαι (ή Αβαί ή Άβα, μεταξύ Οπούντος και Ορχομενού επί του βοιωτικού Κηφισσού σημ. ΔΕΕ) , μετώκησαν εις την Εύβοιαν όπου και οριστικώς εγκατεστάθησαν. Ως εκ τούτου η Εύβοια επωνομάσθη Αβαντιάς ή Αβαντίς.
Ετυμολογικώς το επίθετον «άβας» σημαίνει : «εκείνος που δεν φεύγει», δηλαδή που δεν αποχωρεί ή δεν υποχωρεί (άρα ο ατρόμητος). Ορισμένοι γλωσσολόγοι (όπως ο Γάλλος Φεέρ) σχετίζουν την ελληνικήν αυτήν ονομασίαν με την σανσκριτική λέξη «άβαντι» που σημαίνει «εκείνοι που επιμένουν ή που υπερασπίζουν». Πάντως όλοι οι Άβαντες δεν έμειναν καθηλωμένοι εις την Εύβοιαν, αλλ’ εξηπλώθησαν και εις την Αττικήν ως και εις την μικρασιατικήν Ιωνίαν, ταυτισθέντες με τους Ίωνας, μολονότι είχον ορισμένας φυλετικάς διακρίσεις.
Οι Άβαντες εκείνοι που μετά του Ελεφήνορος εξεστράτευσαν κατά της Τροίας (Ιλιάς, Β 536 και Δ 464), επεχείρησαν να επιστρέψουν μετά την άλωσιν του Ιλίου εις τας πατρίδας των και επέβησαν «ναυσί οκτώ» (Παυσανίας Ε΄ 22,3), δηλ. εις 8 πλοία, αλλ’ απεπλανήθησαν προς τα παράλια της Ηπείρου και τέλος εγκατεστάθησαν εις την Θεσπρωτίαν, αναμιχθέντες με τους γηγενείς και ιδρύσαντες την πόλιν Θρόνιον. Εξ αυτών ωνομάσθη ένα τμήμα της Ηπείρου «Αβαντίς». Βραδύτερον όμως υπέταξαν ή εξετόπισαν τους Άβαντας οι άποικοι της Κέρκυρας Απολλωνιάται.
Άβαντες επίσης υπήρχον και εις τας νήσους του Αιγαίου, ιδίως εις την Χίον, την Κρήτην και ακόμη εις την Καρίαν …».
Θα πρέπει να σημειώσουμε, ότι ο επώνυμος γενάρχης των Αβάντων Άβας, κατά την μυθολογία, ήταν υιός του Λυγκέως, υιού του Αιγύπτου και της Αργυφίας και ο μόνος διασωθείς μεταξύ των αδελφών του, χάρη στην αγάπη της συζύγου του Υπερμνήστρας, η οποία απετέλεσε εξαίρεση στις συζυγοκτόνους αδελφές της, τις κόρες του Δαναού. Ο Άβας ήταν πατέρας των διδύμων αδελφών Προίτου και Ακρισίου, άρα προπάππος του ήρωος Περσέως.
Η νεώτερη επιστημονική έρευνα, συνδυάζοντας τις αρχαίες παραδόσεις με τα τελευταία ευρήματα της Αρχαιολογίας, της Γλωσσολογίας κ.λ.π. κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι Άβαντες ήσαν ένα πανάρχαιο ελληνόφωνο φύλο, από τα πρώτα που εμφανίσθηκαν (μαζί με τους Δαναούς) στον Ελλαδικό χώρο και για αυτόν τον λόγο τα δύο αυτά φύλα χαρακτηρίζονται ως Πρωτοέλληνες.
Η πλέον πειστική ερμηνεία για την προέλευση και την εμφάνιση των Αβάντων, στηριγμένη στα σύγχρονα επιστημονικά δεδομένα, προέρχεται από τον καθηγητή και Ακαδημαϊκό Μιχ. Σακελλαρίου (Ιστορία Ελληνικού Έθνους - τομ. Α΄ σελ. 362-364 ) και αναφέρει τα εξής :
«…Το όνομα των Αβάντων είναι ινδοευρωπαϊκό τόσο στη μορφή (με επίθημα – ντ -) όσο και στο θέμα. Με το όνομα Άβας μας είναι γνωστοί δύο ποταμοί, ο ένας νότια από τον Καύκασο, ο άλλος στην Ιταλία. Άρα σ’ αυτό το όνομα περιέχεται το ινδοευρωπαϊκό θέμα ab- «νερό, ποτάμι». Από την άλλη πλευρά, τα τοπωνύμια Αρέθουσα και Κάναθος, στην Εύβοια και σ’ άλλα μέρη της Ελλάδος όπου κατοίκησαν Άβαντες, παρουσιάζουν θ στη θέση του ινδοευρωπαϊκού dh, σύμφωνα με ελληνικό φωνητικό νόμο, ενώ η θρακική και άλλες ινδοευρωπαϊκές γλώσσες έχουν στην ίδια θέση δ. Άρα η «Ιλιάς» μας δίνει μια πραγματική και αληθινή μαρτυρία για την εθνική θέση των Αβάντων και επομένως ο Αριστοτέλης (και ο Αρριανός σημ. ΔΕΕ), έσφαλαν που τους θεωρούσαν Θράκες, παρασυρμένοι, φαίνεται, από το γεγονός ότι η πόλη Άβα, όπως και άλλες θέσεις της Φωκίδος, κατοικήθηκαν πραγματικά από Θράκες που επέδραμαν στην Ελλάδα στο τέλος της Μυκηναϊκής Εποχής (σημ. ΔΕΕ: γύρω στο 1200 π.Χ.).
Έξω από την Εύβοια, Άβαντες εντοπίζονται σε πολλές περιοχές της ηπειρωτικής Ελλάδος : στο Άργος, στη Σικυώνα, στη Φωκίδα, στην Ήπειρο. Επίσης στη νοτιοδυτική Ιλλυρία αναφέρονται Άβαντες και Άμαντες (η εναλλαγή του μ και β είναι συνηθισμένο φαινόμενο, τόσο στην ελληνική όσο και σε άλλες γλώσσες). Μπορεί λοιπόν να υποθέσει κάποιος ότι οι Άβαντες συμπίπτουν με Δαναούς στο Άργος και στη Φωκίδα. Γι’ αυτό το λόγο και επειδή το όνομα Άβας απαντά στον Καύκασο ως υδρωνύμιο, δηλ. σε λειτουργία που είναι σύμφωνη με τη σημασία της ρίζας ab- μπορεί να διατυπωθεί η υπόθεση ότι οι Άβαντες έφθασαν στην Ελλάδα με τα ίδια κύματα που έφεραν τους Δαναούς. Τα τμήματα των Αβάντων που βρίσκουμε στην νοτιοδυτική Ιλλυρία και στην Ήπειρο, ακολούθησαν άλλο δρόμο μαζί με τον κύριο κορμό των Ελλήνων…».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου