Στην καρδιά της Θράκης, επάνω από το Δέλτα του Έβρου που σχηματίζει ο ποταμός Έβρος, βρίσκεται ένας λόφος, για τον οποίο πρώτη φορά ακούμε το Θουκυδίδη να μας μιλάει αποκαλώντας τον πέρασμα για όλους τους κατακτητές που περνούσαν από εκεί, ερχόμενοι είτε από την Ανατολή είτε από την Δύση. Αυτό που συνδέεται με την περιοχή αυτήν και κάνει ακόμη πιο μυστηριώδες το ήδη ανεξερεύνητο περιβάλλον της είναι η βυζαντινή εκκλησία της Παναγίας Κοσμοσώτειρας, της Μεγάλης Παναγίας των Θρακών, που στο παρελθόν υπήρξε ένα ιδιαίτερο- όπως θα δούμε- μοναστήρι και συνδέθηκε με το όνομα του αινιγματικού πρίγκιπα Ισαάκιου Κομνηνού. Η ιστορία της Μονής της Παναγίας, της πανάρχαιας Θρακικής πόλης Βήρας, οπότε και το σημερινής πόλεως των Φερών, αρχίζει όταν το έκτο παιδί και τριτότοκος γιος του Αλεξίου του Α΄ Κομνηνού και της Ειρήνης Δούκαινας, πορφυρογέννητος Ισαάκιος Κομνηνός, σε ηλικία 59 ετών, ήρθε «περί τα χείλη του ποταμού, Έβρου και σε τόπο έρημο “ανθρώπων και οικημάτων” καθίδρυσε το της Κοσμοσώτειρας της Θεομήτορος Φροντιστήριον, ανδρών μοναζόντων», όπως μας εξιστορεί η αδελφή του Άννα Κομνηνή.
Η ΤΡΑΓΙΚΗ ΖΩΗ ΕΝΟΣ ΑΙΝΙΓΜΑΤΙΚΟΥ ΠΡΙΓΚΙΠΑ
Ήταν το έτος 6660 από κτίσεως κόσμου κατά την 15η Ινδικτίωνα, δηλαδή από 1η Σεπτεμβρίου 1151 μέχρι 31 Αυγούστου 1152 μ.Χ.. Ο πορφυρογέννητος Ισαάκιος Κομνηνός γεννήθηκε το 1093 μ.Χ. και από τον πατέρα του Αλέξιο έλαβε τον τίτλο του Καίσαρα. Ο Ισαάκιος υπήρξε χωρίς αμφιβολία μια από τις πιο ενδιαφέρουσες, πολύπλευρες, αλλά ταυτόχρονα αινιγματικές προσωπικότητες της οικογενείας των Κομνηνών, και κατ’ επέκταση ολόκληρου του Βυζαντίου. Επιδέξιος στρατηγός αλλά και άνθρωπος των γραμμάτων και της τέχνης ασχολήθηκε εντατικά με την ποίηση, τη θεολογία, τη φιλοσοφία, αλλά και με την αρχαία ελληνική φιλοσοφία. Έτσι ο Θεόδωρος Πρόδρομος τον αποκαλεί ανάμεσα σε άλλα ικανό «…και στρατηγείν άμα και επιστατείν ποιήμασι και φιλοσοφείν». Μετά το θάνατο του πατέρα του, το 1118, σε διαμάχη που ξέσπασε ανάμεσα στην πρωτότοκη, γνωστή ιστοριογράφο, Άννα και τον πρωτότοκο Ιωάννη, ο Ισαάκιος τάχθηκε με το μέρος του αδερφού του. Για αυτό ο Ιωάννης μετά την ανέλιξη του στο θρόνο, τον προήγαγε σε σεβαστοκράτορα. Η συνεργασία και η αγάπη των δυο αδερφών δε κράτησε πολύ. Ο Ισαάκιος βλέποντας ότι τα αποτελέσματα της διακυβέρνησης του αδερφού του σε συμβάδιζαν με το ήθος και την παιδεία που είχε λάβει, ποθούσε να φέρει εις πέρας το ονειρό του για την «ηθική αλλαγή»-όπως έλεγε ο ίδιος- στην αυτοκρατορία. Να φορέσει την αυτοκρατορική πορφυρά και να πραγματοποιήσει το δικό του όραμα που είχε για την αυτοκρατορία. Όταν ο Ιωάννης αντιλήφθηκε όμως την επιθυμία του αυτή, ο Ισαάκιος προκειμένου να μην συλληφθεί,διέφυγε στην Ανατολή, όπου για 15 χρόνια φιλοξενούνταν από διάφορους φίλους του, όπως ο εμίρης της Καππαδοκίας, ο Δούκας της Τραπεζούντας, ο Σουλτάνος του Ικονίου, ο πρίγκιπας της αρμενικής Κιλικίας και ο Λατίνος βασιλιάς της Ιερουσαλήμ. Το 1138 όταν ο αδελφός του Ιωάννης τελείωσε τις εκστρατείες του στην Ανατολή, με μεγάλη ευχαρίστηση και ανοιχτόκαρδα, δέχτηκε πίσω στην αυτοκρατορική αυλή της Κωνσταντινούπολης τον Ισαάκιο μάζι με τον γιο του. Μετά το θάνατο του Ιωάννη το 1143, το θρόνο κατέλαβε ο ανιψιός του, ο Εμμανουήλ ο 1ος, αφήνοντας για μία ακόμα φορά τα όνειρα και τις φιλοδοξίες του Ισαάκιου ανεκπλήρωτα. Έτσι ξεκινάει και η αρχή του τέλους του οραματός του για την αλλαγή της αυτοκρατορίας. Όταν σε μία μάχη κατά των βαρβάρων Σελτζούκων διαδόθηκε ότι ο Εμμανουήλ σκοτώθηκε, ο Ισαάκιος έσπευσε να ανακηρυχθεί αυτοκράτορας, αλλά όταν ο αυτοκράτορας επέστρεψε, τότε έσβησε και η τελευταία ελπίδα του Ισαάκιου για ανάβαση στο θρόνο. Τότε αποφασίζει να δώσει ένα τέλος στην πολυτάραχη εγκόσμια ζωή του και να ακολουθήσει τον δρόμο προς την ένωση με το Θείο, γεγονός το οποίο τον έκανε να δαπανήσει όλη του την περιουσία του, αλλά και τα λίγα εναπομείναντα του χρόνια στο έργο αυτό.
ΕΝΑ ΑΣΥΝΗΘΙΣΤΟ ΤΑΓΜΑ ΤΩΝ ΜΥΣΤΙΚΙΣΤΩΝ ΜΟΝΑΧΩΝ
Κατά παράδειγμα των γονέων του και του αδερφού του, ο Ισαάκιος αποφασίζει να ιδρύσει ένα πρότυπο μοναστήρι. Η υγεία του είναι πια κλονισμένη, αναπολεί τη ζωή του και την πολιτική του δράση συνυφασμένη με συνεχείς συνομωσίες, και αποφασίζει να αναπτύξει τις πνευματικές του δραστηριότητες και να ακολουθήσει τον δρόμο για την σωτηρία της ψυχής του. Έτσι διασχίζοντας τις πεδιάδες της Θράκης και περνώντας τον ποταμό Έβρο, εγκαθίσταται στην κορυφή ενός λόφου, όπου χτίζει ένα οχυρωμένο κτιριακό συγκρότημα που απαρτίζεται από ένα δικιόνιο πεντάτρουλο σταυροειδή ναό χωρίς νάρθηκα, και ορισμένα μικρά κτίρια όπου έμεναν οι μονάζοντες. Ο σεβαστοκράτορας Ισαάκιος Κομνηνός, όπως έκανε η μητέρα του Ειρήνη Δούκαινα και ο Ιωάννης, συντάσσει και αυτός το Τυπικό της Μονής που έκτισε, κανονίζοντας έτσι την εσωτερική ζωή και δραστηριότητα των μοναχών της. Το κείμενο του Τυπικού μας αποκαλύπτει μια ποιητική διάσταση της προσωπικότητας του Ισαάκιου και συγχρόνως φιλοσοφική και αρκετά μυστικιστική. Ουσιαστικά πίσω από τον πολιτικό και διπλωμάτη, κρύβεται ένας «εραστής του Ιδεώδους Κάλλους»- όπως έλεγε ο Πλωτίνος- που η εσωτερική του έκφραση αναζητά διαρκώς την αρμονία σε πρόσωπα και πράγματα, χωρίς να λησμονεί την πραγματικότητα της επίγειας ζωής του. Ο Ισαάκιος στο Τυπικό του ανακήρυσσε την μονή «ολότελα ελεύθερη, αυτοδέσποτη, και ιδιοδέσποτη» χωρίς να υπάγεται σε καμία εξουσία, είτε κοσμική είτε θρησκευτική, αλλά και χωρίς να ορίζει κανένα Έφορο της- όπως θα γινόταν σε μία συνηθισμένη περίπτωση- απ’ τη γενιά και τους κληρονόμους του. Η διαφορά που υπάρχει ανάμεσα στη μοναστική αδελφότητα του Ισαάκιου και στις συνηθισμένες ομάδες μοναχών της εποχής του, δεν έγκειται μόνο στη δομή του Τυπικού του, αλλά και στην ίδια τη φιλοσοφία τους και εν γένει στον τρόπο προσέγγισης προς το Θείο. Το μοναστήρι αυτό έγινε – όπως θα λέγαμε στη σημερινή εποχή- ένα είδος κοινοβίου όπου έπρεπε οι μοναχοί να τρώνε όλοι σε τράπεζα το ίδιο φαγητό, να πίνουν το ίδιο το κρασί, να αρκούνται σε απλού είδους ενδυμασία- χωρίς να εξαιρείται ο ηγούμενος- και πάνω από όλα « να αναζητούν το κάλλος της ψυχής διά μέσω της θεάσεως του Θείου» όπως έλεγαν οι κανονισμοί. Όπως συμπεραίνουμε από τα παραπάνω ο χαρακτήρας του τάγματος των μοναχών που ζούσαν εδώ ήταν καθαρά μυστικιστικός, και όπως προκύπτει τόσο από τις υπάρχουσες ιστορικές πηγές όσο και από το Τυπικό του Ισαάκιου,οι φιλοσοφικές τους αρχές και ο τρόπος προσέγγισης του Θεού πλησιάζουν αρκετά στο περιέχομενο της εσωτερικής διδασκαλίας του Χριστιανισμού και του φιλοσοφικού συστήματος του Νεοπλατωνισμού.
ΕΝΑ ΑΣΥΝΗΘΙΣΤΟ ΤΑΓΜΑ ΤΩΝ ΜΥΣΤΙΚΙΣΤΩΝ ΜΟΝΑΧΩΝ
Κατά παράδειγμα των γονέων του και του αδερφού του, ο Ισαάκιος αποφασίζει να ιδρύσει ένα πρότυπο μοναστήρι. Η υγεία του είναι πια κλονισμένη, αναπολεί τη ζωή του και την πολιτική του δράση συνυφασμένη με συνεχείς συνομωσίες, και αποφασίζει να αναπτύξει τις πνευματικές του δραστηριότητες και να ακολουθήσει τον δρόμο για την σωτηρία της ψυχής του. Έτσι διασχίζοντας τις πεδιάδες της Θράκης και περνώντας τον ποταμό Έβρο, εγκαθίσταται στην κορυφή ενός λόφου, όπου χτίζει ένα οχυρωμένο κτιριακό συγκρότημα που απαρτίζεται από ένα δικιόνιο πεντάτρουλο σταυροειδή ναό χωρίς νάρθηκα, και ορισμένα μικρά κτίρια όπου έμεναν οι μονάζοντες. Ο σεβαστοκράτορας Ισαάκιος Κομνηνός, όπως έκανε η μητέρα του Ειρήνη Δούκαινα και ο Ιωάννης, συντάσσει και αυτός το Τυπικό της Μονής που έκτισε, κανονίζοντας έτσι την εσωτερική ζωή και δραστηριότητα των μοναχών της. Το κείμενο του Τυπικού μας αποκαλύπτει μια ποιητική διάσταση της προσωπικότητας του Ισαάκιου και συγχρόνως φιλοσοφική και αρκετά μυστικιστική. Ουσιαστικά πίσω από τον πολιτικό και διπλωμάτη, κρύβεται ένας «εραστής του Ιδεώδους Κάλλους»- όπως έλεγε ο Πλωτίνος- που η εσωτερική του έκφραση αναζητά διαρκώς την αρμονία σε πρόσωπα και πράγματα, χωρίς να λησμονεί την πραγματικότητα της επίγειας ζωής του. Ο Ισαάκιος στο Τυπικό του ανακήρυσσε την μονή «ολότελα ελεύθερη, αυτοδέσποτη, και ιδιοδέσποτη» χωρίς να υπάγεται σε καμία εξουσία, είτε κοσμική είτε θρησκευτική, αλλά και χωρίς να ορίζει κανένα Έφορο της- όπως θα γινόταν σε μία συνηθισμένη περίπτωση- απ’ τη γενιά και τους κληρονόμους του. Η διαφορά που υπάρχει ανάμεσα στη μοναστική αδελφότητα του Ισαάκιου και στις συνηθισμένες ομάδες μοναχών της εποχής του, δεν έγκειται μόνο στη δομή του Τυπικού του, αλλά και στην ίδια τη φιλοσοφία τους και εν γένει στον τρόπο προσέγγισης προς το Θείο. Το μοναστήρι αυτό έγινε – όπως θα λέγαμε στη σημερινή εποχή- ένα είδος κοινοβίου όπου έπρεπε οι μοναχοί να τρώνε όλοι σε τράπεζα το ίδιο φαγητό, να πίνουν το ίδιο το κρασί, να αρκούνται σε απλού είδους ενδυμασία- χωρίς να εξαιρείται ο ηγούμενος- και πάνω από όλα « να αναζητούν το κάλλος της ψυχής διά μέσω της θεάσεως του Θείου» όπως έλεγαν οι κανονισμοί. Όπως συμπεραίνουμε από τα παραπάνω ο χαρακτήρας του τάγματος των μοναχών που ζούσαν εδώ ήταν καθαρά μυστικιστικός, και όπως προκύπτει τόσο από τις υπάρχουσες ιστορικές πηγές όσο και από το Τυπικό του Ισαάκιου,οι φιλοσοφικές τους αρχές και ο τρόπος προσέγγισης του Θεού πλησιάζουν αρκετά στο περιέχομενο της εσωτερικής διδασκαλίας του Χριστιανισμού και του φιλοσοφικού συστήματος του Νεοπλατωνισμού.
ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΤΟΝ ΜΥΣΤΙΚΟ ΤΑΦΟ
Ερχόμενος κανείς στο εσωτερικό του ναού, και συγκεκριμένα στο θολωτό χώρο που κάποτε αποτελούσε το ιερό άβατο, θα παρατηρήσει κάτι ασυνήθιστο που μόνο σε ορισμένες παλιές βυζαντινές εκκλησίες μπορεί να συναντήσει. Οι τοίχοι είναι διακοσμημένοι με διάφορες αγιογραφίες που απεικονίζουν αγίους, αγγέλους, καθώς και διάφορους αυτοκράτορες του Βυζαντίου, και έχουν παραμείνει σχεδόν ανέπαφα αν και βρίσκονταν κάτω από τον ασβέστη που είχαν βάλει οι βάρβαροι κατακτητές τον 15ο αιώνα. Μια από αυτές τις τοιχογραφίες απεικονίζει και τον αινιγματικό σεβαστοκράτορα Ισαάκιο Κομνηνό και είναι η μοναδική που έχει βρεθεί έως τώρα. Η τοιχογραφία. Όμως που μας κινεί το ενδιαφέρον είναι αυτή της Παναγίας Κοσμοσώτειρας που βρίσκεται στο βόρειο τμήμα του τοιχώματος του θολωτού αυτού χώρου. Εδώ η Παναγία κρατάει με το αριστερό χέρι της το Θείο Βρέφος και με το δεξί δείχνει σε μια κατεύθυνση προς το πάτωμα του ναόυ. Τόσο ασυνήθιστη αυτή μορφή της Παναγίας, όσο και η προχειρότητα της τεχνοτροπίας της, σύμφωνα με αρκετούς ερευνητές και ιστορικούς, μία έννοια μόνο μπορούν να έχουν: Αποτελούν το δείκτη προς το σημείο όπου βρίσκεται εδώ και αιώνες θαμμένος ο σεβαστοκράτορας Ισαάκιος Κομνηνός, δηλαδή μας αποκαλύπτουν- με έναν τρόπο όχι και τόσο κατανοητό- το σημείο όπου βρίσκεται ο μυστικός και ανέπαφος ανά τους αιώνες τάφος του αινιγματικού αυτού πρίγκιπα. Αν και ύπαρξη ενός τέτοιου είδους τάφου και μάλιστα στο εσωτερικό του ναού δεν αναφέρεται επίσημα από καμία ιστορική πηγή, ωστόσο δεν αναφέρεται και ο ακριβός τόπος ταφής του. Το μόνο που γνωρίζουμε από ιστοριογράφους της Βυζαντινής Περιόδου είναι πως ετάφη κάπου στο χώρο του κοινοβίου του, κυρίο μέρος του οποίου αποτελεί ο προαναφερθείς ναός. Αλλά και να βρίσκεται στο συγκεκριμένο σημείο ο τάφος, είναι ανεξήγητος ο τρόπς που επέλεξαν ή επέλεξε ο ίδιος να ταφεί. Ίσως η πρόθεση που κρύβεται πίσω από τον τρόπο αυτόν να έγκειται στο ότι ο τάφος αφενός μεν έπρεπε να παραμένει καλά κρυμμένος από οποιονδήποτε επισκεπτόταν στο μέλλον το ναό( με αβέβαιες ίσως προθέσεις), ενώ αφετέρου στο να δείχνει αλληγορικά το ακριβές σημείο του. Μέχρι να έρθουν στο φως όλα τα μυστικά που κρύβει ο πανάρχαιος αυτός χώρος, ο τάφος του σεβαστοκράτορα Ισαάκιου, τα μυστικά του μοναχικού τάγματος της Παναγίας Κοσμοσώτειρας και το μυστήριο που περιτριγυρίζει όλο αυτό τον τόπο, θα παραμένουν καλά κρυμμένα μαζί με όλα εκείνα τα μυστικά που κρατάει η Θρακική γη..
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου