“Γλυκό άδολο θείο πιοτό” έτσι το περιγράφει ο ¨'Όμηρος στην Οδύσσεια (Ραψωδία Ι) το κρασί της Μαρώνειας, που για να το πιούν το αραίωναν σε είκοσι μέρη νερού και που η γλυκιά μυρωδιά του στον κρατήρα, ευωδίαζε θαυμαστή.
Αυτό το κρασί ήταν που δόξασε την Μαρώνεια από τα Ομηρικά μέχρι τα Βυζαντινά χρόνια.
Είναι επίσης αυτό που μπορεί να την δοξάσει πάλι, με τη νέα προσπάθεια αναβίωσης του ιστορικού αμπελώνα της Μαρώνειας, που ξεκίνησε το 1993 ο Ευάγγελος Τσάνταλης, όταν δημιούργησε την εταιρία «Μαρώνεια Α.Ε.» Αμπελουργική-Οινοποιητική.
Ήδη 500 περίπου στρέμματα ιδιόκτητων αμπελώνων που καλλιεργούνται με τη φιλική προς το περιβάλλον μέθοδο της ολοκληρωμένης καλλιέργειας δίδουν ετησίως περί τους 500 τόνους σταφύλια.
Η ενθουσιώδης υποδοχή των δύο πρώτων κρασιών Ισμαρικός τοπικός οίνος Chardonnay και Syrah που κυκλοφόρησαν εδώ και 2 χρόνια στην Ελλάδα και σε αγορές του εξωτερικού, δίνει τη δύναμη, αλλά και τα απαραίτητα χρηματικά μέσα ώστε να προχωρήσουν τα επενδυτικά σχέδια κυρίως προς την κατεύθυνση ίδρυσης οινοποιείου και εμφιαλωτηρίου στην Μαρώνεια.
Κατασκευάσθηκε ήδη ένα κτίριο υποδοχής των επισκεπτών του αμπελώνα της Μαρώνειας, όπου θα υπάρχει μεταξύ άλλων χώρος γευστικών δοκιμών καθώς και σημείο λιανικής πώλησης των κρασιών. Είναι ένα κτίριο με στοιχεία της αρχιτεκτονικής των αρχοντικών της Μαρώνειας που συμβαδίζει όσο είναι δυνατόν με τη φυσιογνωμία της. Για το οινοποιείο και εμφιαλωτήριο έχει ήδη αρχίσει η υλοποίησή τους.
Ο Μαρωνείτης οίνος στην Ιστορία
Η Μαρώνεια είναι κτισμένη στους πρόποδες του όρους Ίσμαρος στα Θρακικά παράλια βόρεια της Σαμοθράκης.
Η ιστορία της Μαρώνειας είναι πολύ παλιά. Αρχίζει εδώ και 26 αιώνες. Ας την δούμε επί τροχάδην μέσα στο χρόνο, όπως έτρεχαν οι αλογάρηδες Κίκονες, θρακική φυλή, που ζούσε γύρω από τον Ίσμαρο από τα ομηρικά και παλαιότερα ακόμη χρόνια. Ντόπια φυλή. Την πόλη τους Ισμαρία κυρίεψε και λαφηραγώγησε ο Οδυσσέας με τους συντρόφους του, στο γεμάτο περιπέτειες ταξίδι του επιστροφής στην Ιθάκη. Ο Μάρων, ιερέας του Απόλλωνα στην κυριευθείσα πόλη για να εξευμενίσει τον Οδυσσέα και να σώσει έτσι τη ζωή του και της οικογένειας του, του πρόσφερε εκτός από καθαρό χρυσό επτά ταλάντων, βαρύν ασημένιο κρατήρα και δώδεκα μεγάλους αμφορείς (λαγήνια) κόκκινο παλιό κρασί. Ο Μάρων αναφέρεται στην Οδύσσεια σαν γιος κάποιου Ευάνθη. Αλλού σαν εγγονός του Βάκχου. Αλλού πάλι, σαν γιος κάποιου Οινοπίωνος γιού του Διονύσου ή ακόμη σαν γιος του Σειληνού. Απ’ αυτόν πήρε το όνομά της η Μαρώνεια. Ο ιστορικός Διόδωρος ο Σικελιώτης μάλιστα, έγραψε πως ο Μάρων είναι ο ιδρυτής της Μαρώνειας και πως ο ίδιος της έδωσε το όνομά της. Λεγόταν ακόμη πως η Μαρώνεια ήταν η άλλοτε Ισμαρία που κατέκτησε και κατέστρεψε ο Οδυσσέας. Όμως ο Στράβων, ο αναγνωρισμένος σαν ο μεγαλύτερος γεωγράφος του αρχαίου κόσμου, ξεχωρίζει την Μαρώνεια από την Ισμαρία γιατί τις αναφέρει μαζί με την Ξάνθεια, σαν τρεις διαφορετικές πόλεις.
Σήμερα όλοι δέχονται ότι η Μαρώνεια είναι αποικία που ίδρυσαν Χιώτες στα τέλη του 7ου π.Χ. αιώνα δηλαδή γύρω στο 600 π.Χ. κοντά στην παλαιότερη πόλη Ισμαρία Γι αυτό το λόγο και αναφέρεται σαν «πόλις Ελληνίς»
«Την δ’επ’ Άβδηρα και Μαρωνείαν, πόλεις ελληνίδας επί θαλάσση ωκισμένας» λέει ο Αρριανός, περιγράφοντας την πορεία του Μ.Αλεξάνδρου προς την Ασία και προς την δόξα.
Ας ξαναγυρίσουμε για λίγο στον Μάρωνα και τον Οδυσσέα και ας θυμηθούμε πως του έδωσε το κρασί και με αυτό το κρασί μέθυσε ο Κύκλωπας Πολύφημος.
Θα πρέπει να πούμε ότι εδώ στα πόδια του Ισμάρου, που τα δροσίζει το θρακικό πέλαγος, όπου η αμυγδαλιά και η ελιά ακόμη και η κάπαρη ευδοκιμούν, σε κλίμα σχεδόν νησιώτικο, ευδοκιμούσε πάντοτε και το ευλογημένο αμπέλι σε ένα τόσο αρμονικό συνδυασμό εδάφους και κλίματος ώστε η γύρω από τον Ίσμαρο περιοχή από τα πανάρχαια χρόνια να φημίζεται για τα κρασιά της.
Ο Ισμάριος και Μαρώνειος, αργότερα οίνος, ήταν γνωστός και περιζήτητος καθώς φανερώνεται και από αρχαία κείμενα, όπως στους «Δειπνοσοφιστές» του Αθήναιου και σε στίχους του Αρχίλοχου (725-650π.Χ.), του πατέρα της ιαμβικής και σκωπτικής ποίησης. Ας το ακούσουμε σε μετάφραση:
«Στην άκρη του κονταριού μου το ψωμί μου.
Στην άκρη του κονταριού μου το ισμαριώτικο κρασί.
Πίνω στηριζόμενος στο κοντάρι μου.»
Κι αργότερα όμως, κατά τα Βυζαντινά χρόνια, συνεχίζει να είναι γνωστό και να τραγουδιέται το Μαρωνίτικο κρασί : «Μαρωνίδος οίνου οπώρης και Μαρωνίδος οδμής νεκταρίης» όπως αναφέρει στα «Διονυσιακά» ο συγγραφέας Νόννος που έζησε το 5ο μ.Χ. αιώνα.
Αρχαίοι πέτρινοι ληνοί (πατητήρια) σώζονται και σήμερα λαξευμένοι σε μονόλιθους του Ισμάρου. Στις εξωτερικές γωνίες του πύργου του βυζαντινού τείχους σώζονται κτιστοί ληνοί για κοινή χρήση.
Μαρτυρίες ότι εδώ καλλιεργούνταν σε μεγάλη έκταση αμπέλια.
Η αρχαία Μαρώνεια το 492 π.Χ. υποτάχθηκε στους Πέρσες. Ύστερα από τους Περσικούς πολέμους γίνεται μέλος της πρώτης Αθηναϊκής συμμαχίας. Μετά την ήττα των Αθηναίων στους Αιγός ποταμούς το 405 π.Χ., πέρασε στην επιρροή των Λακεδαιμονίων, ενώ στα 377 π.Χ. γίνεται μέλος της δεύτερης τώρα Αθηναϊκής συμμαχίας.
Η Μαρώνεια, κατά τον 5ο π.Χ. αιώνα ήταν μια πολύ καλά οργανωμένη και αυτοδιοικούμενη πόλη-κράτος. Ήταν εμποροναυτικό και πολιτιστικό κέντρο της κλασσικής εποχής. Από εκείνη την εποχή σώζεται πάνω στον Ίσμαρο το τείχος που όριζε τα όρια της πόλης. Τότε στη Μαρώνεια κόπηκαν νομίσματα που κυκλοφορούσαν σ΄ολόκληρη την Βαλκανική αλλά και την Μ.Ασία. Η διακόσμηση των νομισμάτων αυτών φανερώνει ότι ως προστάτες θεούς οι αρχαίοι κάτοικοι της Μαρώνειας είχαν τον Απόλλωνα και τον Διόνυσο, αλλά και ότι η άμπελος και κατά συνέπεια το κρασί είχαν γι αυτούς μεγάλη σημασία. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι τα περισσότερα από τα νομίσματα αυτά είναι διακοσμημένα με την άμπελο.
Στην αρχαία Μαρώνεια πρέπει να αναπτύχθηκε κάποια αξιόλογη πνευματική και πολιτιστική κίνηση, αναγκαίο και λογικό, τότε, συνακόλουθο της οικονομικής ανάπτυξης των Ελληνίδων πόλεων, χωρίς όμως να έχουμε σημαντικές πληροφορίες πάνω στο θέμα.
Ασφαλώς η Μαρώνεια δεν γέννησε έναν Δημόκριτο ούτε έναν Αριστοτέλη όπως τα Άβδηρα και τα Στάγειρα. Ωστόσο ξέρουμε πως ήταν η πατρίδα μιας γυναίκας φιλόσοφου της Ιππαρχίας, (σπάνιο φαινόμενο για την εποχή) που γεννήθηκε στο δεύτερο μισό του 4ου π.Χ. αιώνα.
Ο αδελφός της Ιππαρχίας, ο Μητροκλής, κυνικός φιλόσοφος και αυτός είναι ο δημιουργός του αστείου ανεκδότου. Της «Χρείας» όπως την ονόμασε. Ανάγκης δηλαδή. Κι ίσως ανάγκης ψυχικής για γέλιο. Την ειδοποιό διαφορά κατά μια άποψη, μεταξύ ανθρώπου και ζώου.
Αυτός ο Μητροκλής ήταν δάσκαλος άλλου κυνικού φιλοσόφου του Μενίππου, γνωστού από τους νεκρικούς διαλόγους του Λουκιανού και από μια φράση που μέχρι σήμερα χρησιμοποιούμε : “Ουκ αν λάβεις παρά του μη έχοντος”.
Το 350 π.Χ. υποτάχτηκε στον Φίλιππο τον Β΄ τον πατέρα του Μεγ. Αλεξάνδρου.
Στην Ελληνιστική περίοδο βρέθηκε κάτω από την κυριαρχία των Πτολεμαίων. Έχουμε μάλιστα μια πληροφορία ότι κατά την περίοδο αυτή, κλήματα από τα αμπέλια της Μαρώνειας μεταφέρονται να φυτευθούν στην Αίγυπτο. Το 200 π.Χ. λεηλατήθηκε από τον Φίλιππο τον Πέμπτο, στη συνέχεια το 194 π.Χ. κατακτήθηκε από τον Αντίοχο της Συρίας και τέλος από τους Ρωμαίους. Στην Ρωμαϊκή εποχή θεωρείται ότι ανήκουν οι ληνοί, δηλαδή τα πατητήρια που βρέθηκαν λαξευμένοι σε μονόλιθους του τείχους.
Δυστυχώς δεν υπάρχουν αρκετά ιστορικά στοιχεία που θα μας επιτρέψουν να παρακολουθήσουμε την πορεία της Μαρώνειας στους αιώνες που ακολούθησαν και κυρίως κατά την περίοδο ακμής και πτώσης της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Μόνον τα ερείπια πρωτοχριστιανικών ναών, τα τμήματα του Βυζαντινού τείχους, η εκλογή της σαν έδρα Μητρόπολης, η αναφορά της από βυζαντινούς συγγραφείς σαν μια από τις σπουδαιότερες πόλεις της περιοχής μας επιτρέπουν να υποθέσουμε πως ήταν μια αξιόλογη πόλη.
Και τώρα για την νέα Μαρώνεια.
Για την Νέα Μαρώνεια δεν είναι βεβαιωμένο το πότε κτίστηκε. Έχουμε μόνον την γνώμη του γιατρού-ιστορικού Μελίρρυτου ο οποίος έγραψε ένα βιβλίο και το τύπωσε το 1871 στην Κωνσταντινούπολη όπου αναφέρει ότι η νέα Μαρώνεια άρχισε να κτίζεται στις αρχές του 16ου αιώνα δηλαδή πριν 500 χρόνια. Πράγμα που αμφισβητείται. Μας λέει δε εκτός των άλλων πως η Μαρώνεια είναι μικρά κώμη αλλά κομψή κατά τας οικοδομάς «εσχάτως ανανεωθείσας και ολονέν κομψευομένας» και πως έχει 2000 περίπου κατοίκους καταγινομένους εις την γεωργίαν, δενδροφυτείαν, αμπελουργίαν, κτηνοτροφίαν και μεταξουργίαν.
Η Μαρώνεια στις αρχές του αιώνα μας είχε την εμφάνιση μιας πλούσιας και κομψής κωμοπόλεως. Στήθηκαν βρύσες, καμπαναριό ανάμεσα στις δυο εκκλησιές, το σχολείο δωρεά των αδελφών Χατζέα, και τα εμβάσματα από τους ξενιτεμένους Μαρωνίτες από χρόνο σε χρόνο περίσσευαν.
Και ήρθαν οι βαλκανικοί πόλεμοι.
Οκτώβρης του 1912. Η Μαρώνεια και ολόκληρη η Δυτική Θράκη καταλαμβάνεται από τους Βούλγαρους. Τον Ιούλιο του 1913 απελευθερώνεται από τον Ελληνικό Στρατό και αγήματα του Ελληνικού στόλου αποβιβάζονται στην Παλαιοχώρα στο λιμάνι της αρχαίας Μαρώνειας. Η χαρά και τα πανηγύρια κράτησαν λίγες μέρες γιατί με τη συνθήκη του Βουκουρεστίου η Δυτική Θράκη επιδικάστηκε στην Βουλγαρία και οι ελληνικές δυνάμεις αποχώρησαν. Τότε ένας μεγάλος αριθμός Ελλήνων της Θράκης, έχοντας ακόμη πικρή την γεύση της Βουλγαρικής κατοχής που προηγήθηκε, πήραν το δρόμο της προσφυγιάς. Η Μαρώνεια (όπως και η Κύρκη) ερημώθηκε τελείως. Οι περισσότεροι κατέφυγαν στη Σαμοθράκη, τη Θάσο και την Καβάλα ακόμη και τον Βόλο ή σε χώρες του εξωτερικού.
Άρχισαν να επιστρέφουν λίγοι-λίγοι από το 1919 για να ολοκληρωθεί η παλιννόστηση με την υπογραφή της συνθήκης των Σεβρών, με την οποία η Δυτική Θράκη έγινε οριστικά μέλος της Ελληνικής Επικράτειας.
Δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος, νέα βουλγαρική κατοχή και νέα ερήμωση της Μαρώνειας που αρχίζει να ξαναζεί από το 1950 και δώθε.
Ο δικηγόρος Νίκος Νικολαϊδης που πέρασε τα παιδικά του χρόνια στην Μαρώνεια μαζί με τους γονείς του και τον αδελφό του Γιώργο Νικολαϊδη γνωστό γλύπτη καθηγητή της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών γράφει μεταξύ άλλων: Την Μαρώνεια την χαρακτηρίζει μια μοναδικότητα, όχι μόνο μέσα στον θρακικό αλλά και στον Πανελλήνιο χώρο.
Πέρσες, Μακεδόνες, Ρωμαίοι, Τούρκοι και Βούλγαροι δεν κατόρθωσαν να απορροφήσουν τους κατοίκους της. Δεν κατόρθωσαν να την σβήσουν.
Και στάθηκε όρθια μέσα στους αιώνες.
Όμως μετά τις αλλεπάλληλες ερημώσεις και λόγω και της επέλασης της φυλλοξήρας, τα αμπέλια της καταστράφηκαν.
Μόνον κάποια αγρίμια κρυμμένα στις ρεματιές εδώ κι εκεί σώθηκαν, όπου τα ανακαλύψαμε και τα αναπτύσσουμε με την νέα προσπάθεια αναβίωσης του ιστορικού αμπελώνα της Μαρώνειας.
Με τις γνώσεις και το υψηλό αισθητήριο του Κ. Παύλου Αργυρόπουλου, τον επικεφαλή του οινολογικού τμήματος της “Ευαγγ. Τσάνταλης” αλλά και ψυχής της οινολογικής αξιολόγησης και προσαρμογής τόσο των αγριμιών αυτών όσο και των κοσμοπολίτικων ποικιλιών Chardonnay, Syrah αλλά και άλλων που ακολουθούν, ελπίζεται ότι το γλυκό άδολο θείο πιοτό που τραγούδησε ο Όμηρος, και που η γλυκιά μυρωδιά του στον κρατήρα ευωδίαζε θαυμαστή, να συνεχίσει να πλημμυρίζει πάλι τους σύγχρονους κρατήρες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου